- δηληγατίων
- δηληγατίων (-ωνος), η (Α)κρατική ανακοίνωση για τον καθορισμό τών φόρων που πρέπει να καταβληθούν. [ΕΤΥΜΟΛ. < λατ. delegatio].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
δηληγατίων — assign masc nom/voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)